Το Πάσχα θεωρείται η μεγαλύτερη χριστιανική γιορτή. Η
λέξη «Πάσχα» προέρχεται από την εβραϊκή «πεσάχ» που
σημαίνει «διέλευση» και γιορταζόταν σε ανάμνηση
της απελευθέρωσης του εβραϊκού λαού από τους Αιγυπτίους και της
διάβασης της Ερυθράς θάλασσας. Κατά το χριστιανικό Πάσχα, εορτάζεται η Ανάσταση
του Σωτήρα Χριστού και η διάβαση από το θάνατο στη ζωή.
Η Ανάσταση, τοιχογραφία, Μονή της Χώρας, Κωνσταντινούπολη
Οι Εβραίοι
χρησιμοποιούσαν το σεληνιακό ημερολόγιο που βασιζόταν στον κύκλο της Σελήνης
και γιόρταζαν το Πάσχα την 14η του μήνα Νισάν, η οποία ήταν η μέρα της πρώτης
εαρινής πανσελήνου, που συμβαίνει κατά την εαρινή ισημερία ή αμέσως μετά από
αυτήν.
Η εαρινή
ισημερία συνδέθηκε με τον εορτασμό του Χριστιανικού Πάσχα από τα πρώτα κιόλας
χρόνια μετά την Ανάσταση του Χριστού. Αυτό συνέβη, επειδή ο Χριστός αναστήθηκε
την πρώτη ημέρα μετά το Εβραϊκό Πάσχα, που έπεσε εκείνο το χρόνο Σάββατο (το
οποίο άρχιζε τότε -όπως και οι υπόλοιπες ημέρες- στις 6 το απόγευμα της
Παρασκευής). Μάλιστα, το Πάσχα ξεκίνησε να γιορτάζεται ως κοινή γιορτή με τους
Εβραίους, αλλά σιγά – σιγά διαφοροποιήθηκε και οι χριστιανοί γιόρταζαν το Πάσχα
χωριστά.
Οι διάφορες τοπικές χριστιανικές εκκλησίες δεν γιόρταζαν το Πάσχα την
ίδια ημερομηνία. Οι ιουδαΐζουσες εκκλησίες το γιόρταζαν την 15η μέρα του
εβραϊκού μήνα Νισάν (όποια ημέρα της εβδομάδας έπεφτε), ενώ οι εθνικές
εκκλησίες την πρώτη Κυριακή (ως αναστάσιμη μέρα) μετά την πρώτη εαρινή
πανσέληνο.
Με την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.), υπό τον Μεγάλο Κωνσταντίνο,
καθιερώθηκε να γιορτάζεται το Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο που ακολουθεί
μετά την εαρινή ισημερία (21 Μαρτίου). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Συνόδου, το Πάσχα πρέπει να εορτάζεται
συγχρόνως από όλους τους πιστούς την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη Πανσέληνο,
που συμβαίνει μετά την Εαρινή Ισημερία και εάν η πανσέληνος είναι Κυριακή,
τότε εορτάζεται την επόμενη Κυριακή, για να μην συμπίπτει με το Πάσχα των
Εβραίων. Την ημέρα του εορτασμού έπρεπε να καθορίζει η Εκκλησία της
Αλεξάνδρειας, καθώς η πόλη αποτελούσε το επιστημονικό κέντρο της εποχής και με τους εκεί αστρονόμους να έχουν την ευθύνη του υπολογισμού της εαρινής ισημερίας
με απόλυτη ακρίβεια.
Το
ημερολόγιο που ήταν σε ισχύ την εποχή της Α' Οικουμενικής Συνόδου, ήταν το
Ιουλιανό που είχε θεσπίσει ο Ιούλιος Καίσαρας το 45 π.Χ., με τη βοήθεια του
αλεξανδρινού αστρονόμου Σωσιγένη. Ο τελευταίος, έχοντας βασισθεί στους
υπολογισμούς του Ιππάρχου (ο οποίος πριν ένα αιώνα είχε υπολογίσει με
εντυπωσιακή ακρίβεια ότι το ηλιακό έτος έχει διάρκεια 365,242 ημερών), θέσπισε
ένα ημερολόγιο, του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος
(το «δίσεκτο») πρόσθετε άλλη μία μέρα.
Ο Ιούλιος Καίσαρας
Όμως, το Ιουλιανό
Ημερολόγιο είχε ένα μικρό σφάλμα, επειδή η διάρκεια του ηλιακού έτους στην
πραγματικότητα είναι 365,242199 ημέρες. Ανά τέσσερα χρόνια το μικρό αυτό σφάλμα
φθάνει τα 45 λεπτά, ενώ κάθε 129 χρόνια την μία ημέρα, με συνέπεια να
μετακινείται όλο και νωρίτερα η εαρινή ισημερία. Έτσι, ενώ η εαρινή ισημερία
την εποχή του Χριστού συνέβη στις 23 Μαρτίου, το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να
συμβαίνει στις 11 Μαρτίου. Τότε ο πάπας Γρηγόριος
ΙΓ' ανέθεσε στους αστρονόμους Χριστόφορο Κλάβιους και Λουίτζι Λίλιο να κάνουν
μία ημερολογιακή μεταρρύθμιση. Η 5η Οκτωβρίου 1582 μετονομάστηκε σε 15η
Οκτωβρίου, ώστε να διορθωθεί το λάθος που είχε συσσωρευτεί τους προηγούμενους
11 αιώνες και η εαρινή ισημερία να επιστρέψει στην 21η Μαρτίου, όπως είχε
συμβεί κατά την Α' Οικουμενική Σύνοδο.
Ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ'
Το Νέο ή
Γρηγοριανό Ημερολόγιο υιοθετήθηκε από τα καθολικά κράτη της Ευρώπης μέσα στα
επόμενα πέντε χρόνια, ενώ από τα προτεσταντικά πολύ αργότερα. Λόγω ακόμη πιο
έντονης αντίδρασης της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο Γρηγοριανό Ημερολόγιο, το
Ιουλιανό Ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα Ορθόδοξα κράτη έως τον 20ό αιώνα.
Το 1923, κατόπιν εισηγήσεως
του Αστρονόμου και Ακαδημαϊκού Δημητρίου Αιγινήτη, πραγματοποιήθηκε η απαραίτητη διόρθωση των 13 ημερών από την κυβέρνηση
Γονατά, ώστε η χώρα να συμβαδίσει ημερολογιακά με την
Ευρώπη, έπειτα από 341 χρόνια. Για να διορθωθεί το ημερολόγιο, η 16η Φεβρουαρίου
1923 ονομάστηκε 1η Μαρτίου. Προστέθηκαν δηλαδή 13 «λευκές» μέρες, με αποτέλεσμα
ουδείς Έλληνας να θεωρείται γεννημένος από 16 έως 28 Φεβρουαρίου του 1923!
Ο Δημήτριος Αιγινήτης
Ο προσδιορισμός της ημερομηνίας του Πάσχα συνέχισε όμως να προκαλεί σφοδρές
έριδες μεταξύ των Εκκλησιών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας δέχτηκε το
επόμενο έτος (1924) το Γρηγοριανό ημερολόγιο για όλες τις εορτές πλην του
Πάσχα, που συνέχισε να το εορτάζει με το Παλαιό. Η διόρθωση του
Πάσχα δεν έγινε, γιατί υπήρχαν έντονες αντιδράσεις πολλών κύκλων της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, επειδή την μεταρρύθμιση του ημερολογίου εισηγήθηκε ο Πάπας Γρηγόριος
και είναι σαν να αναγνωρίζεται η πρωτοκαθεδρία του. Τα Χριστούγεννα και οι
άλλες ακίνητες γιορτές είναι κοινές με την Καθολική Εκκλησία, πλην των Ορθοδόξων
Παλαιοημερολογιτών (Άγιον Όρος, Σερβία, Ρωσία κλπ) που τις γιορτάζουν 13 μέρες
αργότερα.
Όμως η
Πανσέληνος για τους Ορθοδόξους υπολογίζεται από τον 19ετή κύκλο του Μέτωνα (5ος
αιώνας π.Χ), που αντιστοιχεί σε 235 Πανσελήνους. Σήμερα, με τις σύγχρονες
μετρήσεις, προέκυψε μια απόκλιση στον υπολογισμό του Μέτωνα κατά 2,066 ωρών κάθε
19 έτη. Η απόκλιση συσσωρευτικά έφτασε τις 5 μέρες περίπου στις μέρες μας.
Έτσι, η Ορθόδοξη Εκκλησία, συνεχίζοντας να υπολογίζει τις Πανσελήνους με τον
Μετωνικό Κύκλο, υπολογίζει κάθε Πανσέληνο 5 μέρες αργότερα από την πραγματική. Έτσι, συχνά το Ορθόδοξο Πάσχα εορτάζεται όχι την πρώτη
Κυριακή μετά την πανσέληνο, αλλά την επόμενη (όπως το 2012) ή μετά τη δεύτερη
εαρινή πανσέληνο (όπως το 2002 και το 2013), αντί της πρώτης Κυριακής μετά την
πρώτη εαρινή πανσέληνο, όπως είχε ορίσει η Σύνοδος της Νίκαιας.
Μέτων ο Αθηναίος
Οι Καθολικοί
γιορτάζουν το Πάσχα σύμφωνα με τον κανόνα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, αλλά η
εαρινή ισημερία και η εαρινή πανσέληνος υπολογίζονται σύμφωνα με το νέο Γρηγοριανό
Ημερολόγιο, έχοντας λάβει υπόψη και το Μετώνειο σφάλμα. Από κοινού εορτάζεται το
Πάσχα για Ορθόδοξους και Καθολικούς, όταν τόσο η Γρηγοριανή, όσο και η Ιουλιανή
- Μετώνεια πασχαλινή πανσέληνος πέσουν από την Κυριακή μέχρι το Σάββατο της
ίδιας εβδομάδας (αρκεί να είναι μετά τις 3 Απριλίου και οι δύο πανσέληνοι),
οπότε την αμέσως επόμενη Κυριακή είναι το κοινό Πάσχα.
Αυτό συνέβη το 2014 και
το 2017, ενώ κοινός θα είναι ο εορτασμός και τα έτη 2025 (20 Απριλίου), 2028,
2031, 2034, 2037, 2038, 2041 κ.ο.κ. Συνολικά, κατά τον τρέχοντα αιώνα το Πάσχα
θα είναι κοινό 31 έτη, ενώ κάθε επόμενο αιώνα αυτό θα συμβαίνει όλο και πιο
σπάνια. Το τελευταίο κοινό Πάσχα υπολογίζεται ότι θα συμβεί το έτος 2698, καθώς
μετά το 2700 -λόγω συσσώρευσης του Μετώνειου σφάλματος- δεν θα μπορούν να
συμπέσουν ποτέ την ίδια εβδομάδα η Ιουλιανή και η Γρηγοριανή πανσέληνος.
Πανάγιος Τάφος, Ναός της Αναστάσεως, Ιερουσαλήμ
Παρόλα αυτά, το Λατινικό Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ αποφάσισε
να υιοθετήσει από το 2013 το
Ιουλιανό ημερολόγιο για τον υπολογισμό του Πάσχα, προκειμένου να λυθεί ένα πρακτικό
πρόβλημα και στους Αγίους Τόπους η γιορτή να είναι κοινή για Ορθοδόξους και
Καθολικούς.
Οι ημερομηνίες εορτασμού
του Πάσχα για τα επόμενα 10 χρόνια, έχουν ως εξής:
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΕΣ ΠΑΣΧΑ
|
ΕΤΟΣ
|
ΟΡΘΟΔΟΞΟ
|
ΚΑΘΟΛΙΚΟ
|
2019
|
28
Απριλίου
|
21
Απριλίου
|
2020
|
19
Απριλίου
|
12
Απριλίου
|
2021
|
2
Μαΐου
|
4
Απριλίου
|
2022
|
24
Απριλίου
|
17
Απριλίου
|
2023
|
16
Απριλίου
|
9
Απριλίου
|
2024
|
5
Μαΐου
|
31
Μαρτίου
|
2025
|
20 Απριλίου
|
20 Απριλίου
|
2026
|
12
Απριλίου
|
5
Απριλίου
|
2027
|
2
Μαΐου
|
28
Μαρτίου
|
2028
|
16 Απριλίου
|
16 Απριλίου
|
2029
|
8
Απριλίου
|
1
Απριλίου
|