Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020

''Μιρό: Όταν οι μεγάλοι γίνονται παιδιά'' στη Βορέειο Βιβλιοθήκη.




Το Δ.Σ. του Περιβαλλοντικού-Εξωραϊστικού-Πολιτιστικού Συλλόγου Αγίου Νικολάου-ΚΑΤ Αμαρουσίου και η Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Αμαρουσίου, σας προσκαλούν στην ομιλία της κυρίας Άννας Παπαστεργίου (φιλόλογος-ιστορικός τέχνης), με τίτλο :

''Μιρό: Όταν οι μεγάλοι γίνονται παιδιά''
στη Βορέειο Βιβλιοθήκη (οδ. Στεφάνου Δραγούμη 9)
την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου και ώρα 18:30

Λόγω περιορισμένου αριθμού θέσεων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για τη συμμετοχή σας στο τηλέφωνο 6972316980.



Το αξιοθαύμαστο ταξίδι του Πυθέα



Ένα από τα αποτελέσματα της τεχνολογικής προόδου είναι η εντυπωσιακή ταχύτητα των μεταφορών και επικοινωνιών. Η τεχνολογία έδωσε τέτοια ώθηση στα ταξίδια, ώστε σήμερα να μην κατανοούμε το παρελθόν. Πριν το 19ο αιώνα, τα ταξίδια ήταν μια επίπονη κι ακριβή δραστηριότητα, με πολύ ρίσκο κι αβέβαιο κέρδος. Τα ταξίδια για την ευχαρίστηση της περιπλάνησης και την επιστημονική καλλιέργεια ήταν αποκλειστικό προνόμιο των εξαιρετικά πλουσίων, που φαίνονταν κάπως εκκρεντρικοί. Έτσι ήταν και στην αρχαία Ελλάδα.
Στον ελληνικό κόσμο κυκλοφορούσαν πολλές διαδόσεις για τις άγνωστες χώρες και οι διηγήσεις γι’ αυτές εξήπταν τη φαντασία και έγιναν αιτία για ιστορικά ταξίδια. Ένα από αυτά ήταν του Πυθέα.
Ο Μασσαλιώτης Πυθέας ήταν γεωγράφος και εξερευνητής που έζησε στο β΄ μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Έμεινε στην ιστορία ως ο πρώτος άνθρωπος της Μεσογείου, που έφτασε κοντά στο Βόρειο Πόλο και περιέγραψε το φαινόμενο του ήλιου του μεσονυκτίου. Όταν επέστρεψε από το ταξίδι του γύρω στα 320π.Χ. έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Περί του Ωκεανού», στο οποίο ενσωμάτωσε όλες τις παρατηρήσεις του. Το έργο πλέον δε σώζεται, αλλά μνημονεύεται από 18 διαφορετικούς συγγραφείς για 9 αιώνες μετά. Αν και κατακρίθηκε από αρκετούς αρχαίους, αρκετές από τις παρατηρήσεις του αποδείχθηκαν αξιοθαύμαστα ορθές.
Πνεύμα ανήσυχο, ο Πυθέας ξεκίνησε από τη Μασσαλία για τις περιοχές του Βορρά που είναι πλούσιες σε κασσίτερο και κεχριμπάρι. Αν και οι Μασσαλιώτες είχαν κάνει το γύρο της Ιβηρικής Χερσονήσου ήδη από το 600π.Χ., θεωρείται μάλλον απίθανο να ταξίδεψε στο Βορρά περνώντας τις Ηράκλειες Στήλες. αφού το σημείο ελεγχόταν από τους ανταγωνιστικούς Φοίνικες. Πιθανότατα ανέβηκε τον ποταμό Γαρούνα ως τις εκβολές του στις ακτές του Ατλαντικού. Ανεβαίνοντας τον Γαρούνα, πέρασε από τις γνώριμες στους Μασσαλιώτες εμπόρους κέλτικες πόλεις Narbo (σημερινή Ναρμπόν), Carcaso (σημερινή Καρκασόν) και Tolosa (σημερινή Τουλούζη) για να καταλήξει στο λιμάνι της Burdigala, το σημερινό Μπορντώ.
Από το Μπορντώ κέλτικα πλοία τον μετέφεραν στη χερσόνησο της Αρμορικής, στη Βόρεια Γαλλία. Γνωρίζοντας καλά τα κέλτικα, δεν θα του ήταν δύσκολο να συνεννοηθεί. Στην Αρμορική μπήκε σ’ ένα απ’ τα πλοία που μετέφεραν κόσμο και προϊόντα απέναντι, στις νότιες ακτές της Βρετανίας. Στη Βρετανία πιθανότατα απέπλευσε σε κάποιο σημείο διακίνησης κασσίτερου, στις ακτές της Κορνουάλης κι από κει ξεκίνησε με πλοίο πορεία προς το βορρά παραπλέοντας τις δυτικές ακτές της Βρετανίας.
Περνώντας το κανάλι του Αγ. Γεωργίου κοντά στην Ουαλία έφτασε στο νησί Μαν και κατόπιν διέσχισε το Βόρειο Κανάλι ανάμεσα στη Βρετανία και την Ιρλανδία (το «Ιερό Νησί» των αρχαίων). Όντας κοντά στη Βρετανία, υπολόγισε με παροιμιώδη ακρίβεια την περίμετρό της. Ήταν ο πρώτος που ανέφερε ότι το νησί ονομάζεται Αλβιώνα και ότι οι κάτοικοί της αποκαλούνται Πρετανοί, δηλ. «βαμμένοι» ή «λαός με τατουάζ». Είναι σίγουρο ότι σε κάθε στάση του αφιέρωσε χρόνο να μελετήσει, εκτός από τη χώρα, τους κατοίκους, τα ήθη και τα έθιμά τους, τα οποία αργότερα κατέγραψε στο βιβλίο του.
Κατόπιν, συνέχισε προς βορρά διασχίζοντας τη θάλασσα των Εβρίδων, στη Δυτική Σκωτία κι έπειτα παραπλέοντας τα βόρεια παράλια της Σκωτίας έφτασε στα νησιά Orkney κι από κει βορειότερα στα Shetland. Έκτοτε, δεν είμαστε σίγουροι για την πορεία του. Η επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι έφτασε στην Ισλανδία (την θρυλική Θούλη των αρχαίων) κι από κει ως την αρχή του Αρκτικού Κύκλου. Περιέγραψε τα παγόβουνα και τον ήλιο του μεσονυκτίου κι έπειτα επέστρεψε στην Ισλανδία και τη Σκωτία.
Ο γυρισμός έγινε πιο ανατολικά· πιθανότατα κατέπλευσε στις ακτές μεταξύ Γιουτλάνδης (Δανία) και Δουγκέρκης (βόρεια Γαλλία), ψάχνοντας την πηγή παραγωγής του κεχριμπαριού. Στις ανατολικές αυτές ακτές ανακάλυψε την περιοχή κύριας διάθεσης του κεχριμπαριού και ικανοποιημένος επέστρεψε στην Αρμορική για την κάθοδο στην πατρίδα του. Οι ανακαλύψεις του Πυθέα επιβεβαιώθηκαν από επιστήμονες αιώνες μετά και η δίψα του για γνώση χάρισε στον αρχαίο επιστήμονα ένα άγαλμα στη σύγχρονη Μασσαλία.
Αν πρέπει κάτι να μας μείνει από τα αρχαιοελληνικά ταξίδια, είναι ότι οι Έλληνες διέθεταν την αρετή να διασκεδάζουν σε κάθε ταξίδι και να διακρίνουν κάθε στιγμή του ταξιδιού τους την ωφέλεια, άσχετα απ’ τις αναποδιές. Σε τελική ανάλυση, όπως είπε ο Καβάφης, η Ιθάκη αξίζει γιατί σ’ έδωσε το ωραίο ταξίδι.

Γιάννης Δρίτσουλας