Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Ο Τσαρούχης στο Μαρούσι



Ο Γιάννης Τσαρούχης από τα χρόνια της Κατοχής, άλλαξε πολλά εργαστήρια και τόπους διαμονής, μεταξύ αυτών σπίτια φίλων, διανοούμενων της εποχής, όπως για παράδειγμα όταν πήγε στο Λονδίνο φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Γιώργου Σεφέρη, ενώ στο Παρίσι φιλοξενήθηκε στο σπίτι του Στρατή Ελευθεριάδη-Τεριάντ. Στην Αθήνα έμεινε στην οδό Κεφαλληνίας, αλλά και στην οδό Αναγνωστοπούλου, σε χώρους όπου το εργαστήριο και το σπίτι είχαν αμοιβαία αλληλεπίδραση. Το όραμά του όμως ήταν να αποκτήσει ένα χώρο όπου θα μπορούσε να δημιουργεί, να εκθέτει και να δέχεται επισκέπτες. Επίσης έπρεπε να βρει τους πόρους για να αποκτήσει αυτόν τον χώρο.


Η ευκαιρία θα παρουσιαστεί όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’60 θα συναντήσει ξανά στην Αθήνα τον Τεριάντ, ο οποίος του υπενθυμίζει την επιτυχία που είχαν τα ζωγραφικά του έργα και του λέει ότι είναι γεννημένος ζωγράφος και όχι σκηνογράφος. Τον παροτρύνει λοιπόν να επιστρέψει στην ζωγραφική, να κάνει μεγαλύτερα έργα και να τα πουλήσει στο Παρίσι. Μάλιστα, προσφέρει το σπίτι του στο Παρίσι για να γίνει η έκθεση των έργων. Πράγματι ο Τσαρούχης πηγαίνει στο Παρίσι, και τα έργα που έχει φιλοτεχνήσει τα παρουσιάζει στην οικία Τεριάντ. Ο ίδιος ο Τεριάντ ασχολείται με την έκθεση και την πώληση των έργων του Τσαρούχη. Τα έσοδα από τις πωλήσεις είναι αρκετά, έτσι ο Τσαρούχης είναι ένα βήμα πιο κοντά στην απόκτηση του δικού του χώρου.
Επιστρέφει στην Αθήνα, όπου μετά από διάφορες αποτυχημένες απόπειρες, ο μεσίτης του βρίσκει ένα οικόπεδο στο Μαρούσι, στα σύνορα με την Πεύκη, στην οδό Πλουτάρχου 28. Η αξία του οικοπέδου μαζί με τα συμβολαιογραφικά ήταν 80.000 δραχμές. Τα έσοδα από τις πωλήσεις των έργων του στο Παρίσι ήταν μόλις 30.000 δραχμές.


Την κατάσταση θα σώσει ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνος Καλλιγάς, ο οποίος θα ζητήσει από τον Τσαρούχη να ζωγραφίσει ένα μεγάλο «Καφενείο», το οποίο θα πλήρωνε προκαταβολικά, 50.000 δραχμές. Έτσι συμπληρώθηκε το απαιτούμενο ποσό, και ο Τσαρούχης ήταν ο κάτοχος του οικοπέδου στην οδό Πλουτάρχου 28, στο Μαρούσι.
Η αρχική του σκέψη ήταν να χτίσει το σπίτι του όπως ήταν τα παλιά σπίτια της περιοχής, με εσωτερική αυλή, γύρω γύρω χαμηλά δωμάτια και λίγο υπερυψωμένο το ατελιέ για να έχει περισσότερο φως.


Οι οικοδομικές διατάξεις της πόλης, δεν του επέτρεψαν να πραγματοποιήσει το σχέδιό του. Αντιθέτως, αναγκάστηκε να συμβιβαστεί, βάζοντας όλους τους ωφέλιμους χώρους τον έναν πάνω στον άλλο, δημιουργώντας έναν «αντιαισθητικό κύβο», όπως ο ίδιο χαρακτηριστικά αναφέρει. Για να προσαρμόσει το σχέδιο στην αισθητική του, του δίνει νεοκλασική όψη. Η απογοήτευσή του ήταν μεγάλη όταν αργότερα διαπίστωσε ότι το σπίτι του περιτριγυρίστηκε από «απαίσια μεγαθήρια», και ότι τελικά δεν ήταν τίποτα άλλο παρά το νόημα μιας διαμαρτυρίας.
Η επιβολή της δικτατορίας το 1967, αναγκάζει τον Τσαρούχη να εγκαταλείψει την Ελλάδα και να επιστρέψει στο Παρίσι. Ο ίδιος αναφέρει σχετικά: «η δικτατορία ήταν ο τελειωτικός λόγος που με ανάγκασε να πάρω την απόφαση να φύγω. Σοβαρότερος λόγος ήταν η έλλειψη διαλόγου με το κοινό που με θαύμαζε και η δυσκολία να βρεις πελάτες της προκοπής». Την δύσκολη αυτή περίοδο επανέρχεται το παλαιό δίλημμά του ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, την Ευρώπη και την Ελλάδα. «Δεν είμαι από αυτούς που νομίζουν πως στην Ευρώπη όλα είναι καλύτερα, τουλάχιστον στην ουσία […] Αγαπάει κανείς ένα τόπο γι’ αυτά που θα μπορούσε να κάνει κι όχι γι’ αυτά που έχει κάνει. Αν όμως, ο τόπος αρνείται με πείσμα να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητές του, η ψυχική συντριβή είναι μεγάλη και η αυτοεξορία χωρίς πολλές εξηγήσεις μια κάποια λύσις».


Λίγο πριν επιστρέψει μόνιμα πλέον στην Αθήνα, το 1981 ιδρύεται το Ίδρυμα Τσαρούχη στο οποίο ο ζωγράφος δωρίζει το σύνολο το έργων του. Ένα χρόνο αργότερα εγκαινιάζεται το Μουσείο Τσαρούχη, στο σπίτι του ζωγράφου, στην οδό Πλουτάρχου 28. Το σπίτι είναι έτσι διαμορφωμένο ώστε να συνυπάρχουν οι χώροι του ατελιέ, οι εκθεσιακοί χώροι αλλά και οι προσωπικοί χώροι του ζωγράφου. Στην αυλή του σπιτιού, με τα ψηλά πεύκα, το καλοκαίρι πραγματοποιούνται παραστάσεις καραγκιόζη.


Το 1989, ο Γιάννης Τσαρούχης πέθανε, αφήνοντας παρακαταθήκη έργο ζωγραφικό, σκηνογραφικό, και λογοτεχνικό ανεκτίμητης αξίας. Μέχρι το 2009, το φιλότεχνο κοινό είχε την ευκαιρία να επισκέπτεται το σπίτι-μουσείο του Τσαρούχη, για να παρακολουθήσει περιοδικές εκθέσεις των έργων του.


Από τότε μέχρι σήμερα, πέρασε μια περίοδος αβεβαιότητας για το κτίριο που στεγάζει το ίδρυμα, καθώς είχε κριθεί ακατάλληλο για επισκέψεις λόγω φθοράς. Επιπλέον, η αδυναμία ανεύρεσης οικονομικών πόρων για τη συντήρησή του οδήγησε στην απόφαση να μεταφερθούν τα έργα προσωρινά στο Μουσείο Μπενάκη. Προσφάτως, το 2017, το κτίριο επί της οδού Πλουτάρχου 28, άνοιξε ξανά τις πόρτες του στο κοινό φιλοξενώντας μερικά έργα και σχέδια του ζωγράφου.


                                                                  Άννα Παπαστεργίου
                                                            Φιλόλογος-Ιστορικός Τέχνης







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου